Δευτέρα 4 Ιουλίου 2011

Αλέξανδρος Α' (1893 - 1920)


Αλέξανδρος Α’: Το μοιραίο δάγκωμα μιας ερωτευμένης μαϊμούς
Ο ωραίος και αθλητικός γιος του Κωνσταντίνου και της Σοφίας, στον οποίο επιβλήθηκε να βασιλεύσει μετά τον Διχασμό, την πρώτη εξορία του πατέρα του και κατά τη διάρκεια της νικηφόρας «εξόδου» της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων (έξοχος πολιτικός ελιγμός του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου, ο οποίος, αφενός μεν ήθελε να «κατευνάσει» την οργή των Αγγλογάλλων κατά του γερμανόφιλου βασιλιά Κωνσταντίνου, αφετέρου δε να κρατήσει «ζωντανή» τη συνταγματική μοναρχία στη χώρα μας, στο πρόσωπο ενός βασιλικού γόνου, διατεθειμένου να ακολουθήσει τη φιλοσυμμαχική πολιτική του) έμελλε να έχει απρόβλεπτο, «παράλογο» και τραγικό θάνατο.

Όλα άρχισαν ένα γελαστό πρωινό (17/30 Σεπτ. 1920) στο κτήμα του Τατοΐου. Ο Αλέξανδρος, ευτυχισμένος όσο ποτέ άλλοτε (είχε συμμετάσχει στα επινίκια μια νίκης των ελληνικών όπλων στην οποία είχε συμβάλει, είχε νυμφευθεί την αγαπημένη του αστή Ασπασία Μάνου, την «Μπίκα» του, με «κρυφό» γάμο και ανεμένετο να γίνει πατέρας σε λίγους μήνες· υπάρχει σχετική φωτογραφία σε παραλία των Σπετσών, στην οποία φαίνεται καθαρά ότι η «Μπίκα» είναι έγκυος) έκανε τον συνηθισμένο περίπατό του με την «Πακάρ» του, στο πίσω κάθισμα της οποίας ορθωνόταν υπερήφανο το αγαπημένο του αλσατικό λυκόσκυλο, ο «Φριτς», δώρο των Άγγλων στρατιωτών του βαλκανικού μετώπου προς τον βασιλέα. Είχε προηγηθεί ένα άγριο μάλωμα του Φριτς από το αφεντικό του, γιατί το λυκόσκυλο, παίζοντας τρελά, είχε παρασύρει και είχε σπάσει τον μεγάλο καθρέπτη του υπνοδωματίου του νεαρού άνακτα. Τώρα, όμως, άνθρωπος και ζώο είχαν συμφιλιωθεί και απολάμβαναν τον περίπατό τους. Το πεπρωμένο του βασιλιά τον οδηγεί στο ξύλινο σπιτάκι του Γερμανού Στουρμ, επόπτη του βασιλικού κτήματος. Ξαφνικά ο Φριτς πηδάει στο έδαφος και ορμάει εναντίον μιας θηλυκιάς μαϊμούς, ράτσας μαγώτος (magotos).
 Ο Αλέξανδρος κινείται αποφασιστικά να αποσπάσει τη μαϊμουδίτσα από το στόμα του λυκόσκυλου. Και τότε αισθάνεται ένα δυνατό πόνο ψηλά στην αριστερή γάμπα (τη γαστροκνημία, όπως την ονομάζει ο γιατρός βιογράφος του Αλέξ. Λ. Ζαούσης). Ήταν ο αρσενικός μαγώτος, ο Μόριτς, που όρμησε εξαγριωμένος να υπερασπιστεί την «αγαπημένη» του. Ο Αλέξανδρος έσπρωξε βίαια τη μαϊμού και αυτή τον δαγκώνει και στο χέρι. Ο βασιλιάς σφαδάζει από τους πόνους.

Το τραύμα στο χέρι είναι επιπόλαιο. Η δαγκωματιά όμως στο πόδι από τα δρεπανοειδή και μολυσμένα δόντια του Μόριτς είναι βαθιά και επικίνδυνη, όπως αποδείχθηκε. Το εξαγριωμένο ζώο του είχε μασήσει τη σάρκα. Ο Στουρμ σπεύδει και αποσπά τον μαγώτο από το κορμί του κάτωχρου βασιλιά που αισθάνεται δυνατούς πόνους. Ο Αλέξανδρος μεταφέρεται πρώτα στη «βίλα Στουρμ», όπου του προσφέρονται οι πρώτες βοήθειες κι έπειτα στην κρεβατοκάμαρά του στα Ανάκτορα Τατοΐου. Το τραύμα του ποδιού αιμορραγεί ακατάσχετα. Φροντίδα του βασιλιά είναι να μη διαρρεύσει το συμβάν και περιπέσει στη χλεύη εκείνων που θα ήσαν πρόθυμοι να σαρκάσουν το κωμικοτραγικό γεγονός ότι τον εστεμμένο τον δάγκωσε μαϊμού.
 Τηλεφωνεί μονάχα στον έμπιστό του υπολοχαγό Στέφανο Μεταξά και του ζητάει να του φέρει ένα γιατρό με άφθονο επιδεσμικό υλικό. Ο Μέρμηγκας, διακεκριμένος καθηγητής της χειρουργικής του Πανεπιστημίου Αθηνών (με λαμπρές σπουδές στη Γερμανία), φτάνει στο Τατόι και εξετάζει προσεκτικά τα τραύματα παρουσία και της Ασπασίας, η οποία έχει ειδοποιηθεί από το σπίτι του Ζαλοκώστα και έχει ανεβεί κι αυτή, ανήσυχη σφόδρα, στα ανάκτορα.
Ο Μέρμηγκας πλένει τα τραύματα με οινόπνευμα και βενζίνη που εθεωρείτο ως άριστο αντισηπτικό και συμμαζεύει τις πολτοποιημένες μυικές μάζες με γάζες εμποτισμένες στο ιώδιο. Ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να κάνει σε μιαν εποχή που δεν υπήρχαν αντιβιοτικά. Το τραύμα του ποδιού παρουσιάζει φοβερή όψη με τις πολτοποιημένες σάρκες και τους «μασημένους» τένοντες. Ο νεαρός βασιλιάς έχει μπει σε μια επικίνδυνη περιπέτεια, η οποία, παρά τις σχεδόν υπεράνθρωπες προσπάθειες της επιστήμης, θα τον οδηγήσει στον θάνατο.

Δίνουμε όσο γίνεται πιο προσεκτικά τα βασικότερα στοιχεία τούτης της πορείας που κράτησε σε αγωνιώδη διέγερση το βασιλικό περιβάλλον, τους αυλικούς, τον ιατρικό κόσμο της Ελλάδας, αλλά και της Εσπερίας, την πολιτική ηγεσία και φυσικά τον ελληνικό λαό, που στην αρχή από ακριτομύθιες και στη συνέχεια από επίσημα ανακοινωθέντα παρακολουθεί συγκλονισμένος την περιπέτεια της υγείας του λαοφιλούς βασιλιά Αλέξανδρου. Πηγή μας το βιβλίο του Αλέξ. Λ. Ζαούση «Αλέξανδρος και Ασπασία», 1915-1920, Εκδόσεις Ωκεανίδα, Αθήνα 2002, όπου αξιοποιείται μια προγενέστερη πλούσια βιβλιογραφία.
Πρώτη νύχτα μετά το δάγκωμα: Ο Αλέξανδρος ξυπνάει από τους πόνους, αλλά το πρωί είναι απύρετος. Η μόνη αιτία ανησυχίας του γιατρού Μέρμηγκα η κάποια ερυθρότητα που διαπιστώνει, όταν αλλάζει τους επιδέσμους του τραύματος.
Τις τρεις επόμενες νύχτες: Ο ασθενής παρουσιάζει ανερχόμενο πυρετό που φτάνει ως τους 39ο .
Την πέμπτη ημέρα: Αναβλύζει από το τραύμα πύον. Για τον γιατρό, αυτό θεωρείται κακό σημάδι. Το μαθαίνει η κυβέρνηση και ιδιαίτερα ο Ελευθέριος Βενιζέλος, που έχει αδυναμία στον άνακτα, και καλείται συνέδριο με του κορυφαίους γιατρούς της χώρας (πέντε γιατροί στην αρχή και κατόπιν οκτώ). Κάθε μέρα το ιατρικό συμβούλιο εκδίδει δελτίο που δημοσιεύεται στον Τύπο. Η περιγραφή της νόσου είναι ακριβής αλλά υπάρχει πάντα και μια νότα αισιοδοξίας. Κατά τους μεγαλογιατρούς ο πυρετός και τα άλλα συμπτώματα οφείλονται σε περιορισμένη τοπική μόλυνση.

Ο μικροβιολόγος καθηγητής Κων. Σάββας εντοπίζει μέσα στο πύον και απομονώνει το μικρόβιο του στρεπτόκοκκου. Στο μεταξύ η φλεγμονή έχει αρχίσει να απλώνεται προς τους βουβωνικούς λεμφαδένες, τις λεγόμενες «ελιές» και οι χειρουργοί αναγκάζονται να διευρύνουν τα τραύμα της γάμπας, κάθε φορά και πιο πολύ. Οι οδυνηρές αυτές επεμβάσεις θα καταντήσουν εφιάλτης για τον ασθενή.

Δυο μέρες υστερότερα: Ο πυρετός φθάνει τους 40ο, ενώ η φλεγμονή δεν υποχωρεί, όπως αναμενόταν. Και τότε ο γιατρός Φωκάς εκφράζει τις υποψίες του, ό,τι ακριβώς δεν ήθελαν να ακούσουν οι γιατροί του ιατρικού συμβουλίου: «Κύριοι, βρισκόμαστε ενώπιον αρχομένης σηψαιμίας!». Αντιμετωπίζεται το ενδεχόμενο να κόψουν το πόδι του πιο ωραίου εστεμμένου της Ελλάδας, αλλά πρώτη αντιδρά η Ασπασία που δεν έχει λείψει στιγμή από το πλευρό του Αλέξανδρου, φορώντας λευκή στολή νοσοκόμας. Κυριολεκτικά είναι ο λευκός του, ο παρήγορός του άγγελος.
Σε τούτη την κρίσιμη φάση ο πιστός φίλος του Αλέξανδρου, Χρήστος Ζαλοκώστας, αναλαμβάνει πρωτοβουλίες. Σπεύδει στο σπίτι του Βενιζέλου και του εξηγεί λεπτομερώς την κατάσταση. Ο πρωθυπουργός διατάσσει να κληθεί επειγόντως από το Παρίσι ο Γάλλος καθηγητής Φερδινάνδος Βιντάλ, ειδικός στις λοιμώξεις.
Δεκατρείς ημέρες μετά την εκδήλωση της νόσου: Φτάνει στο Τατόι, με ελληνικό αντιτορπιλικό, μέσω Μπρίντιζι, ο Βιντάλ. Εξετάζει αμέσως τον Αλέξανδρο, ο οποίος παραδόξως την ημέρα εκείνη, παρουσιάζει μιαν έντονη αναλαμπή. Ο Παριζιάνος, όμως, γιατρός δεν ξεγελιέται. Στη συνάντηση με τους συναδέλφους του τους δηλώνει απερίφραστα ότι ο βασιλιάς δεν πρόκειται να ζήσει περισσότερο από τέσσερις ημέρες. Ο Βιντάλ βέβαια δεν μένει με σταυρωμένα χέρια. Εφαρμόζει τη μέθοδο του «αυτοεμβολίου», εμβολίου δηλαδή από το πύον του ασθενούς προς παραγωγή αντισωμάτων, που όμως αποτυγχάνει.

Εικοστή τρίτη ημέρα (10 Οκτωβρίου 1920 με το παλιό ημερολόγιο): Μετακαλείται ένας ακόμη σπουδαίος γιατρός της Εσπερίας, ο καθηγητής ― χειρουργός Πιερ Ντελμπέ. Ο Ντελμπέ βρίσκει τον Αλέξανδρο σε απελπτιστική κατάσταση. Η σηψαιμία έχει προσβάλει και τον ένα πνεύμονά του. Κάνει συνεχώς αιμοπτύσεις. Ο Ντελμπέ βεβαιώνεται και αυτός ότι ο άτυχος βασιλιάς έχει προσβληθεί από αναερόβιο στρεπτόκκοκο και, ως εκ τούτου, είναι καταδικασμένος (ο στρεπτόκοκκος και σήμερα ακόμη, εποχή των αντιβιοτικών, δύσκολα θεραπεύεται).
Νύχτα της 11ης προς τη 12η Οκτωβρίου: Ο Αλέξανδρος πέφτει σε κώμα. Με όση δύναμη του απομένει τραβάει την Ασπασία, που ξαγρυπνάει στο πλευρό του, και κρύβεται στην αγκαλιά της σαν τρομαγμένο παιδί.
Η δωδεκάτη Οκτωβρίου είναι η τελευταία ημέρα της ζωής του άτυχου βασιλιά. Με το ξημέρωμα βυθίζεται σε παραλήρημα. Βλέπει όνειρα, τα οποία εξηγεί στους γιατρούς με μισοσβησμένη φωνή. Πρώτα ονειρεύεται τον αγαπημένο του παππού Γεώργιο Α’ κι ύστερα τον πόλεμο (διατάσσει μάλιστα κατ’ όναρ τον υπασπιστή του Βασιλάκη Μελά να του φέρει το τελευταίο πολεμικό ανακοινωθέν). Έπειτα ζητάει από την Μπίκα του να του φωνάξει τον Μήτσο, τον οδηγό, κι όταν αυτός παρουσιάζεται, του δίνει εντολή να ετοιμάσει το αυτοκίνητο (για τον Μήτσο διαδόθηκε αργότερα πως δεν άντεξε τη μεγάλη θλίψη και αυτοκτόνησε).

Στις τέσσερις το απόγευμα ψιθυρίζει το όνομα της γυναίκας του «Μπίκα...» και αφήνει την τελευταία του πνοή. Η Ασπασία βγάζει μιαν απελπισμένη κραυγή:
―Αλέκο μου, πού μ’ αφήνεις.....

~

Ανέβηκε στο θρόνο στις 11 Ιουνίου 1917, ύστερα από την απομάκρυνση του φιλογερμανού πατέρα του και του διαδόχου, Πρίγκηπα Γεωργίου, απο τις δυνάμεις της Αντάντ που είχαν καταλάβει τον Πειραιά και τον ισθμό της Κορίνθου. Αρχικά ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε εκφράσει την προτίμηση του προς τον νεότερο γιο του Κωνσταντίνου, τον ανήλικο τότε Παύλο και τον ορισμό Αντιβασιλέα. Όμως οιΜεγάλες Δυνάμεις επέτρεψαν στον Κωνσταντίνο να επιλέξει ο ίδιος το διάδοχό του. Αν και ορκίστηκε Βασιλιάς, ο Αλέξανδρος ανάλαβε τα καθήκοντά του με την πεποίθηση ότι εκτελούσε χρέη τοποτηρητή του θρόνου, και ότι η προσωρινή ηγεμονία του θα έληγε με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και την επιστροφή του πατέρα του, καθώς ο Κωνσταντίνος δεν υπέβαλε την παραίτησή του όταν αποχώρησε από την Ελλάδα.
Νυμφεύθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1919 την Ασπασία Μάνου, κόρη του συνταγματάρχη της Χωροφυλακής Πέτρου Μάνου, με μοργανατικό γάμο. Απέκτησαν μία κόρη, την Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, την οποία ο Αλέξανδρος δεν πρόλαβε να γνωρίσει, καθώς γεννήθηκε περίπου πέντε μήνες μετά το θάνατό του, στις 25 Μαρτίου 1921. Η κόρη του Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα παντρεύτηκε τον Βασιλιά Πέτρο Β΄ της Γιουγκοσλαβίας το 1944 στο Λονδίνο και απέκτησε ένα γιό, τον Πρίγκιπα Διάδοχο Αλέξανδρο Β΄ Καραγιώργεβιτς.
Η σύντομη βασιλεία του ήταν υποδειγματική. Κινούμενος μέσα στα συνταγματικά πλαίσια των καθηκόντων του, απέφυγε να να αναμιχθεί στην ενεργό πολιτική, παρά τις πιέσεις του εξόριστου στην Ελβετία Κωνσταντίνου. Αντιλαμβανόμενος τη ζημία που θα επέφερε στα εθνικά συμφέροντα η πιθανή αναζωπύρωση του εθνικού διχασμού, αλλά και τον ουσιαστικό κίνδυνο που διέτρεχε ο βασιλικός θεσμός, στήριξε όλες τις κοινοβουλευτικές αποφάσεις και τις επιλογές του Πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου. Το γεγονός αυτό, καθώς και το ότι ήταν ο μοναδικός μονάρχης που πήρε Ελληνίδα σύζυγο, τον κατέταξε ως τον πλέον συμπαθή, στη μνήμη του λαού, από τους Βασιλείς του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
Κατα τη διάρκεια της ηγεμονίας του η Ελλάδα πήρε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Με το τέλος του και ύστερα από την υπογραφή της Συνθήκης του Νεϊγύ, παραχωρήθηκε στην Ελλάδα η ανατολική Μακεδονία και η δυτική Θράκη από τη Βουλγαρία, ενώ με την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, ένα χρόνο αργότερα, προσαρτήθηκε η ανατολική Θράκη, με εξαίρεση την Κωνσταντινούπολη, και η περιοχή της Σμύρνης, από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου