Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Μαρία Βοναπάρτη - Πριγκίπισσα της Ψυχανάλυσης


Η πριγκίπισσα της ψυχανάλυσης



Η Μαρία Βοναπάρτη με τον γιο της Πέτρο, ντυμένο με κρητική φορεσιά, το 1912.
Η Μαρία Βοναπάρτη ήταν απόγονος του Ναπολέοντα και σύζυγος του πρίγκιπα Γεωργίου της Ελλάδας. Ομως, αντί για μια πριγκιπική ζωή, τόλμησε να πάει κόντρα στην κοινωνική της θέση: έγινε μαθήτρια και στη συνέχεια επιστήθια φίλη του Σίγκμουντ Φρόιντ -τον οποίο μάλιστα έσωσε από τους ναζί- δημοσίευσε άρθρα για τη γυναικεία σεξουαλικότητα, για να «στεφθεί» τελικά πριγκίπισσα της ψυχανάλυσης στην Ευρώπη.

Η συγγραφέας και ερευνήτρια της Ιστορίας Σελιά Μπερτέν υπογράφει τη βιογραφία «Μαρία Βοναπάρτη. Η ζωή της», που θα κυκλοφορήσει σε λίγες ημέρες από τις εκδόσεις «Ποταμός» σε μετάφραση Ρούλας Τσιτούρη. Η Μπερτέν με αμεσότητα σκιαγραφεί την προσωπικότητα και τη δράση της Βοναπάρτη καθώς παρακολουθεί την παιδική της ηλικία, τη σχέση με τον πατέρα της Ρολάνδο Βοναπάρτη, τα τραύματα που άφησε ο θάνατος της μητέρας της -λίγες μέρες αφότου την έφερε στον κόσμο- την αρρωστοφοβία και την κατάθλιψη που τη βασάνιζε, αλλά και την επιθυμία της να βρει την αγάπη και την ερωτική απόλαυση.

Στέκεται ακόμα στο γάμο της με τον Γεώργιο αλλά και στους εραστές της, όπως ο γάλλος πολιτικός Αριστίντ Μπριάν και ο Ρούντολφ Λέβενστάιν, ο οποίος υπήρξε αναλυτής της και εκπαιδευτής ορισμένων από τους κυριότερους εκπροσώπους της δεύτερης γενιάς των γάλλων φροϊδιστών.

Ο «ζαχαρένιος» πρίγκιπας

Από τα αβαντάζ της βιογραφίας είναι η γνωριμία της Σελιά Μπερτέν με την πριγκίπισσα Ευγενία, κόρη της Βοναπάρτη, που της έδωσε πρόσβαση σε ημερολόγια, γράμματα, προσωπικά σημειωματάρια και στην αλληλογραφία της με τον Φρόιντ.

**Μεγαλώνοντας με έναν πατέρα που ενδιαφερόταν μόνο για την επιστημονική του δραστηριότητα στη γεωγραφία και την ανθρωπολογία και με την τυραννική μητέρα του που διψούσε για κοινωνική αναγνώριση, η Μαρία Βοναπάρτη υπέφερε «από εκείνο το είδος αυτοκαταστροφικής αγωνίας που συχνά βρίσκουμε στους κληρονόμους των δυναστειών του 20ού αιώνα, οι οποίοι είναι καταδικασμένοι να ζουν πλανώμενοι στα απατηλά ομοιώματα του απολεσθέντος μεγαλείου τους», σημειώνει η Ελιζαμπέτ Ρουντινεσκό στον πρόλογο της έκδοσης.

**Με τη βοήθεια του πατέρα της, η νεαρή Μαρία συνάντησε το 1906 τον πρίγκιπα Γεώργιο και βρήκε σ' αυτόν το πατρικό πρότυπο: «Η ηλικία και η κατάσταση του αρραβωνιαστικού μου μου επέτρεπαν να μεταβιβάσω στο πρόσωπό του την αγάπη που ένιωθα για τον πατέρα», σημειώνει η ίδια στο βιβλίο της «Ψυχανάλυση και Ανθρωπολογία».

Γρήγορα του κόλλησε το παρατσούκλι «ζαχαρένιος». Να ποιες ήταν οι πρώτες εντυπώσεις της: «Είναι ψηλός, αδύνατος, ξανθός, με μουστάκι όμοιο με αυτό του πατέρα του, ίσια μύτη και γαλανά, γελαστά μάτια. Μόνο που έχει λίγα μαλλιά, είναι σχεδόν φαλακρός (...). Κι έπειτα, ο αγαθός αυτός γίγαντας φαίνεται να είναι κάπως καταπονημένος, κι αυτό τον κάνει να φαίνεται ακόμα πιο ευαίσθητος και συμπαθητικός...».

**Ο πρίγκιπας Γεώργιος δεν μοιραζόταν μαζί της τις ίδιες ανησυχίες: «Ημασταν φτιαγμένοι από διαφορετικά υλικά. Διαφέραμε, όχι μόνο ως προς το χρώμα του δέρματος και των μαλλιών, αλλά και ως προς το πνεύμα και την καρδιά», αναφέρει η ίδια. Ο σύζυγός της προτιμούσε την Ιστορία και τα «αληθινά πράγματα» και τον απασχολούσε η κόντρα του με τον Ελευθέριο Βενιζέλο.

**Πάντως, η υποδοχή της στην Αθήνα είναι θερμή, καθώς οι Ελληνες είχαν υιοθετήσει την εκδοχή της δούκισσας του Αμπραντές, σύμφωνα με την οποία η οικογένεια Βοναπάρτη έχει ελληνικές ρίζες. Στις 9 Δεκεμβρίου του 1907 την καλωσόρισαν με πανό που έγραφαν το όνομα Καλόμεροι, δηλαδή την ελληνική εκδοχή του επωνύμου Βοναπάρτη.

«Ο δρόμος του Σταδίου ήταν κατάμεστος από κοντάρια όπου ανέμιζαν λάβαρα με τα ελληνικά και τα γαλλικά χρώματα», έγραφε η εφημερίδα «Le Figaro». Ο γάμος ήταν παραμυθένιος, σε σημείο που η νεαρή πριγκίπισσα αναφώνησε: «Τη μεγάλη τούτη μέρα προηγούμαστε ακόμα και του βασιλιά».

**Γρήγορα, όμως, το παραμυθένιο σκηνικό καταρρέει και μόνη πηγή χαράς έγιναν τα δύο παιδιά της, ο Πέτρος και η Ευγενία. Δεν ήταν μόνο η αναφροδισία που τη βασάνιζε, σύμφωνα με τη βιογράφο. Ηταν και η ζήλια, καθώς φούντωναν οι υπόνοιες πως ο σύζυγός της ήταν ερωτευμένος με το θείο του Βαλντεμάρ, τον Φίλο, όπως ο ίδιος τον αποκαλούσε.

**Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1939, η Μαρία Βοναπάρτη απευθύνεται στον Γεώργιο στο βιβλίο της «Σύντροφος από παλιά»: «Το σώμα σου, εχθρικό για το γυναικείο σώμα, το σώμα σου, δοσμένο όπως και η ψυχή σου στον άνδρα, προσκολλημένο με αγνότητα και πάθος στον μοναδικό Φίλο». Η ίδια περιγράφει τον Βαλντεμάρ ως «άνθρωπο κοινότατο, χωρίς ιδιαίτερη ευφυΐα ή εξωτερική εμφάνιση, καθόλου γενναιόδωρο, που συχνά γίνεται δύστροπος ειδικά με τα παιδιά του». Ωστόσο αναγνωρίζει την ικανότητά του να εμπνεύσει στον Γεώργιο «ένα μεγάλο πάθος, πράγμα τόσο σπάνιο όσο και η μεγαλοφυΐα, σύμφωνα με τον Ρουσό».

**Η γνωριμία της με τον Φρόιντ το 1925 σήμανε την αρχή της πραγματικής ζωής της. Οταν πρωτοπήγε στη Βιέννη για να τον συναντήσει, ήταν 43 ετών και μόλις είχε δημοσιεύσει με ψευδώνυμο ένα άρθρο για το «ζήτημα της γυναικείας αναφροδισίας», όπου επαινούσε τα πλεονεκτήματα μιας χειρουργικής επέμβασης που μετατόπιζε την κλειτορίδα πιο κοντά στον κόλπο, προκειμένου να μεταφερθεί ο κλειτοριδικός οργασμός προς την κολπική ζώνη. Λίγο αργότερα θα υποβαλλόταν και η ίδια σε αυτή την εγχείρηση, δίχως όμως αποτέλεσμα.

**Αρχικά ο Φρόιντ φαινόταν ενοχλημένος, καθώς η Βοναπάρτη ενδιαφερόταν περισσότερο να διδαχτεί από αυτόν παρά να θεραπευτεί, ωστόσο γρήγορα αναπτύχθηκε αμοιβαία εμπιστοσύνη και ο δάσκαλος τής χάρισε το δαχτυλίδι που συνήθιζε να προσφέρει στους πιο αφοσιωμένους μαθητές του.

«Δεν υπάρχει περίπτωση η ψυχανάλυση να αλλάξει τον χαρακτήρα σας», της είπε σε κάποια συνεδρία. «Θα διατηρήσετε πάντα το στοιχείο της σύγκρουσης, που είναι αναγκαίο για τη ζωή σας. Σε εσάς, το αρσενικό και το θηλυκό συνυπάρχουν. Αυτό που μπορείτε να πετύχετε μέσω της αναλυτικής διαδικασίας είναι να παραγκωνίσετε τις νοσηρές όψεις της σύγκρουσης και να απελευθερώσετε την ψυχική δύναμη για την παραγωγή χρήσιμου έργου».

Χρηματοδότησε τα άπαντα του Φρόιντ

**Τον Μάρτιο του 1938 τα ναζιστικά στρατεύματα προελαύνουν στην Αυστρία και η Γκεστάπο ανακαλύπτει ένα αντίγραφο της διαθήκης του Φρόιντ, που αποδεικνύει την ύπαρξη περιουσιακών του στοιχείων στο εξωτερικό -κάτι που οι ναζί θεωρούσαν εγκληματικό. Ο Φρόιντ αποφασίζει να εγκαταλείψει οριστικά τη Βιέννη, παίρνοντας μαζί του όλες τις συλλογές του καθώς και τη βιβλιοθήκη του. Η Βοναπάρτη τού δανείζει τα χρήματα που πρέπει να πληρώσει ως φόρο για να φύγει από τη χώρα. Το ποσό των 4.824 δολαρίων ο δάσκαλος της το επιστρέφει το επόμενο καλοκαίρι και αυτή διαθέτει τα χρήματα για να επανεκδοθούν στο Λονδίνο τα «Απαντά» του που είχαν καταστραφεί από τους ναζί.

**Η ίδια βοήθησε και άλλους περίπου 200 διανοούμενους, οι οποίοι κινδύνευαν από τις χιτλερικές διώξεις. Ακόμα και μετά την εξορία της βασιλικής οικογένειας από την Ελλάδα φρόντιζε τους ανθρώπους της και έδινε σε νέους που το άξιζαν -κυρίως σε παιδιά από τις οικογένειες του υπηρετικού προσωπικού- τη δυνατότητα να σπουδάσουν.

**Η Μαρία Βοναπάρτη ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της Ψυχαναλυτικής Εταιρείας του Παρισιού, έγραψε βιβλία για τη γυναικεία σεξουαλικότητα και ως θιασώτις της φροϊδικής θεωρίας έκανε ψυχαναλυσεις μέχρι τον θάνατό της το 1962 -οι στάχτες της μεταφέρθηκαν στο Τατόι. Από τη βιογραφία της Μπερτέν απουσιάζει η σχέση της πριγκίπισσας με την Ελλάδα και οι δραστηριότητές στην Αθήνα, όπου βοήθησε να συσταθεί η πρώτη ψυχαναλυτική ομάδα στην οποία συμμετείχαν οι Ανδρέας Εμπειρίκος, Δημήτριος Κουρέτας και Γεώργιος Ζαβιτζιάνος. Αυτές οι πληροφορίες περιλαμβάνονται σε παράρτημα, στην ελληνική έκδοση.

«Απ' ό,τι φαίνεται, θα μπορούσα να είμαι η νέα βασίλισσα, προοπτική που ο κόσμος πίστευε πως έβρισκα δελεαστική», έγραφε η Βοναπάρτη στις 5 Νοεμβρίου 1917, όταν ο Κωνσταντίνος εκδιώχτηκε από το θρόνο. «Τα στέμματα είναι για τους μικρόψυχους... Αν κάτι με κάνει βασίλισσα αυτή είναι η σκέψη μου και ο τρόπος που βλέπω τον κόσμο, κι όχι η κορόνα που κάποιος θα μπορούσε να μου δώσει να φορέσω».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου